Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

δεν έμεινε ούτε

  • 1 κόμπος

    ο
    1) узел, узелок;

    δένω κόμπο — завязывать узел;

    λύνω τον κόμπο — а) развязывать узел; — б) разрешить вопрос;

    2) затверделость; мозоль;
    3) перен. ком (в горле и т. п.);

    μ' επιασε κόμπος — ком подкатил у меня к горлу;

    νοιώθω έναν κόμπο στην καρδιά — я чувствую, как у меня подкатило к серд- цу;

    4) см. κομπόδεμα 2;
    5) капля, чуточка;

    δεν έχει κόμπο μυαλό — у него нет ни капли здравого смысла;

    δεν έμεινε ούτε κόμπος κρασί — не осталось ни капли вина;

    6) бот. узел; сучок;
    7) мор. узел (мера скорости);

    § τό δένω κόμπο — а) ждать обещанного; — б) верить на слово;

    εδώ είναι ο κόμπος — вот в чём загвоздка;

    δέσε κόμπο στο μαντήλι — завяжи узелок на память; — не забывай;

    έφτασε ( — или ήλθε) ο κόμπος στο χτένι — дело зашло в тупик

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > κόμπος

  • 2 σταγόνα

    [-ων (-όνος)] η
    1) капли;

    κατά σταγόνας — по капле;

    σταγόνα σταγόνα капля за каплей;

    σταγόνες βροχής — капли дождя;

    2) πλ. архит. гутты;

    § δεν έμεινε ούτε σταγόνα — не осталось ни капли;

    ως ( — или μέχρι) την τελευταία σταγόνα τού αίματος μου — до последней капли крови;

    καί σταγόνα τρώει την πέτρα — и капля камень долбит

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > σταγόνα

  • 3 απέραστος

    η, ο
    1) непроходимый, непроезжий; непролазный; 2) через который ещё не переправились (о водной преграде); через который ещё не прошли, не проехали (о лесе, пустыне);

    τό ποτάμι είναι απέραστο ακόμα — через реку мы ещё не переправились;

    3) непроницаемый, непромокаемый;

    ούτε ο μουσαμάς δεν εμεινε απέραστος απ' τη βροχή — даже брезент промок под дождём;

    4) непродетый (о нитке);

    βελόνα απέραστη — иголка без нитки;

    5) не прошедший, не закончившийся, продолжающийся (тж. о боли);
    6) не перенесённый, не испытанный (кем-л.); 7) недосягаемый; непревзойдённый; 8) невыносимый;

    κακό φαρμάκι απέραστο — невыносимое горе;

    9) не вписанный, не внесённый;

    είναι απέραστο στον κατάλογο — не внесено в список;

    10) непрополосканный (о белье);
    11) непросеянный (о крупе); 12) непрочитанный (о книге, статье и т. п.)

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > απέραστος

См. также в других словарях:

  • ούτε — (ΑΜ οὔτε) (αρνητικό επίρρ. και συμπλεκτικός σύνδ. συν. διπλός ή πολλαπλός ο οποίος συνδέει παρατακτικά αρνητικές προτ. ή έννοιες) και όχι, και δεν (α. «ούτε πήγα, ούτε τηλεφώνησα» β. «οὔτε γὰρ ἵνα ἡ γένεσις μὴ ἐπιλείπῃ», Αριστοτ. γ. «οὔτε τι… …   Dictionary of Greek

  • σταγόνα — η / σταγών, όνος, ΝΜΑ 1. ελάχιστη ποσότητα υγρού ή ρευστού που κρέμεται και κατόπιν πέφτει προς τα κάτω ή επικάθεται σε μια επιφάνεια, στάλα (α. «χοντρές σταγόνες κυλούσαν στα μαγουλά του» β. «και αι ψυχαί τών ανόμων ως αίματος σταγόνες πέφτουν… …   Dictionary of Greek

  • κόμπος — ο 1. σφαιροειδής όγκος που σχηματίζεται σε σκοινί ή σε νήμα με την κυκλική αναδίπλωση του ενός άκρου του και με τη σύσφιξή του: Κάμε ένα κόμπο στην άκρη του σκοινιού. 2. καθετί που μοιάζει με κόμπο: Οι κληματόβεργες είναι όλο κόμπους. 3. σημείο… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»